-
1 водород
хим. (Η) το υδρογόνοпере-кись - а το υπεροξείδιο υδρογόνου, το οξυγονούχο ύδωρсверхтяжёлый - υπερβαρύν -, το τρίτιοтяжёлый - βαρύ -, το δευτερίο(ν)цианистый - το υδροκυανικό/πρωσικό οξύРусско-греческий словарь научных и технических терминов > водород